Συνεχίζουμε τις αναδημοσιεύσεις από το βιβλίο του Φώντα Λάδη: “Μίκης Θεοδωράκης, Το χρονικό μιας επανάστασης 1960-1967, Η Ιστορία της γενιάς του 1-1-4 και των Λαμπράκηδων”. Μια συμβολή στην γνώση της περιόδου πριν τη χούντα που επιβλήθηκε στο λαό μας από την άρχουσα τάξη το 1967.
του Φώντα Λάδη από το blog των Λαμπράκηδων
«Απ’ το μονάρχη πιο βαριά δεν είναι συμφορά σε μια πόλη. Κι όπου ο λαός
αφέντης είναι, βλέπει με χαρά του ν’ ακμάζουν παλικάρια. Μα ο βασιλιάς
μισεί ένα τέτοιο πράγμα. Κι όπου έξυπνος κι αντρείος, τον ξεπαστρεύει…»
Έτσι μας λέει ο Ευριπίδης στις δικές του Ικέτιδες. Μετά το βασιλικό διάγγελμα άρχισαν ξανά, συχνές- πυκνές, οι εκτοπίσεις πολιτών «επικινδύνων διά την δημοσίαν ασφάλειαν». Τους «Λαμπράκηδες» δεν τους είχαν διαλύσει ακόμα.
Η κυβέρνηση έβαλε μπροστά το νομοσχέδιο «περί συμπληρώσεως των περί
Ενώσεων προσώπων κειμένων διατάξεων». Έγιναν διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις,
δηλώσεις πολιτικών: κάτω τα χέρια από τη Νεολαία Λαμπράκη.
Έτσι κύλησε και το 1966, χωρίς να μπορέσει η νέα
«αυλόδουλη» κυβέρνηση να κάνει τη χάρη του Κωνσταντίνου. Πάντως δεν
έμεινε και με σταυρωμένα τα χέρια. Τον Ιούλιο χιλιάδες σιτοπαραγωγοί απ’
όλη την Κεντρική Μακεδονία κατέβηκαν με τα τρακτέρ, τα κάρα, τα
αγροτικά αυτοκίνητα προς τη Θεσσαλονίκη. Οι επαρχιακοί δρόμοι γέμισαν
και πάλι μαύρες σημαίες. Η κυβέρνηση έστειλε χωροφυλακή, στρατό, τανκς.
Στις οδομαχίες που ακολούθησαν έγινε και χρήση πυροβόλων. Εκατόν πενήντα
τραυματίες, ευτυχώς κανένας νεκρός. Μόνο μέσα στον Ιούλιο ο επιπλέον
απολογισμός της τρομοκρατίας ήταν: 108 συλλήψεις και κακοποιήσεις
πολιτών, 20 επιθέσεις εναντίον γραφείων κομμάτων και οργανώσεων, 109
απολύσεις συνεταιριστών.
Στις 3 Οκτωβρίου άρχισε στη Θεσσαλονίκη η δίκη για την «υπόθεση Λαμπράκη». Είχαν περάσει κιόλας τρία χρόνια και κάτι από τη δολοφονία.
Η ελληνική και ξένη κοινή γνώμη περίμενε με επιφύλαξη, και μερικοί με
«ελπίδες», τη διεξαγωγή της δίκης και τις αποφάσεις του δικαστηρίου
ενόρκων. Δυο μέρες πριν το Δικαστικό Συμβούλιο του Διαρκούς
Στρατοδικείου Αθηνών είχε δώσει στη δημοσιότητα το βούλευμα για την
υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, που βγήκε μετά από εξέταση 645 προσώπων και αποτελούνταν
από 475 σελίδες. Το πόρισμα πολιτικολογούσε αφόρητα. Ήταν φανερή η
προσπάθεια να γίνουν ταυτόχρονα οι δυο «αντίρροπες» δίκες. Έτσι, η
δίκη του ΑΣΠΙΔΑ άρχισε στις 14 Νοεμβρίου, όταν η «δίκη Λαμπράκη»
βρισκόταν στο μεσουράνημά της. Οι δυο δίκες έγιναν γρήγορα «ομόρροπες».
Οι αποκαλύψεις του ΑΣΠΙΔΑ ήταν καταπέλτες για τους εμπνευστές όλης
αυτής της ιστορίας. Μέσα στο Νοέμβρη απαγορεύτηκαν από τον πρόεδρο του
Στρατοδικείου 300 ερωτήσεις των συνηγόρων των κατηγορούμενων
αξιωματικών.
Στις 29 Νοεμβρίου ένας «τρελός» μάρτυρας στη δίκη Λαμπράκη είπε πολλά εναντίον του Παλατιού. Λεγόταν Μίκης Θεοδωράκης.
ΕΝΑΣ ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Υποβάλλω ένστασιν να μην ορκισθεί ο μάρτυς, διότι έχει δηλώσει ότι είναι άθεος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό αφορά τον ίδιο.
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Λέγομαι και Θεοδωράκης. Έχω το Θεό μέσα στο όνομά μου.
Αρχίζοντας, ο Μίκης είπε ότι όταν ο Λαμπράκης γύρισε από το Λονδίνο,
την άνοιξη του 1963, του διηγήθηκε πως πήγε στο ξενοδοχείο όπου έμενε η
βασίλισσα Φρειδερίκη για να της επιδώσει ένα υπόμνημα για τους
πολιτικούς κρατουμένους. [Στο πρώτο, ανεπίσημο ταξίδι της τότε βασίλισσας στο Λονδίνο. Βλέπε σελ. 98] Ο υπασπιστής Αρναούτης του είπε: «Δεν μπορεί η βασίλισσα να σε δεχθεί. Πες σε μένα αυτό που θέλεις». Ο Λαμπράκης του απάντησε: «Είμαι εκπρόσωπος του έθνους και δεν συζητώ με θεληματάρηδες».
Όταν μετά από λίγο -συνέχισε ο μάρτυρας- έγινε η συζήτηση στη Βουλή,
βρισκόταν στο θεωρείο και ο Αρναούτης και πίσω του ο τότε διάδοχος
Κωνσταντίνος.
Στη συνέχεια είπε ότι από το άμεσο περιβάλλον του τότε
πρωθυπουργού Καραμανλή πληροφορήθηκε ότι, μόλις εκείνος άκουσε για τη
δολοφονία του Λαμπράκη, είπε: «Με έφαγαν!» Αυτό μπορεί να έχει δυο
ερμηνείες: ή ότι δεν έγινε καλά το έγκλημα γιατί δεν μπόρεσε να φανεί
σαν τροχαίο, και γι’ αυτό «τον έφαγαν», ή ότι πλάι στην κυβέρνηση δρουν
άλλες δυνάμεις. «Τέτοιες δυνάμεις είναι η αμερικανική ΚΥΠ. Πεποίθηση
δική μου είναι ότι από το άμεσο περιβάλλον της βασίλισσας Φρειδερίκης
και του κ. Αρναούτη ξεκίνησε η απόφαση δολοφονίας του Λαμπράκη».
Και δε σταμάτησε εκεί. Βρήκε την ευκαιρία ν’ αναφερθεί λεπτομερειακά σε
όλες τις απειλές και τις απόπειρες δολοφονίας που έγιναν εναντίον του,
καθώς και στη συνομιλία βασιλιά – Παπανδρέου για τη διάλυση της
οργάνωσης της οποίας ήταν πρόεδρος. «Τι
στοιχεία είχε ο βασιλιάς να ζητάει τη διάλυση της νεολαίας μας; Γιατί
δεν είπε ποτέ στον πρωθυπουργό “Διαλύστε τα φλίπερς”, που διαφθείρουν
την ψυχή της νεολαίας; Τι δουλειά είχε να ζητάει τη διάλυση μιας
πολιτικής οργάνωσης η οποία είναι νεολαία ενός κόμματος; Εμείς οι ηγέτες
της Νεολαίας Λαμπράκη δεν είμαστε ούτε αλήτες ούτε σωματέμποροι…»
Στα γραφεία των Λαμπράκηδων της Καισαριανής.
Πάνω δεξιά ο Μ. Χάκκας και κάτω δεξιά ο Αντ. Μπριλάκης.
Πάνω δεξιά ο Μ. Χάκκας και κάτω δεξιά ο Αντ. Μπριλάκης.
ΕΝΑΣ ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ (έξαλλος): Αν νομίζετε ότι το Παλάτι είναι, υπεύθυνο για τη δολοφονία του Λαμπράκη, να το πείτε ευθέως. Να το καταγγείλετε.
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Το καταγγέλλω ευθέως. Ο Αρναούτης είναι ηθικός αυτουργός της δολοφονίας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Απαγορεύω την περαιτέρω ανάμιξη των ονομάτων των βασιλέων!
ΑΛΛΟΣ ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Αφού είναι το Παλάτι υπεύθυνο, γιατί δεν κάνατε μήνυση;
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Εναντίον της βασιλίσσης μητρός; Ξέρετε ότι δεν μπορούσα.
Ο ΙΔΙΟΣ ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Είπατε ότι έχετε την εντύπωση ότι σεις θα είσαστε το επόμενο θύμα. Εν πάση περιπτώσει, ζείτε.
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Και είναι άσχημο αυτό;
Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Γιατί δε σας φάγανε κι εσάς;
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Ήταν λίγο δύσκολο ύστερα από αυτό που έγινε. Σκότωσαν έναν και βγήκαν χιλιάδες στο πόδι του.
ΕΝΑΣ ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Μας είπατε για χίλιους δυο. Τελικά, ποιος κατά τη γνώμη σας αποφάσισε τη δολοφονία;
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Από τη μελέτη της ιστορίας προκύπτει πως
οτιδήποτε σημαντικό και ανώμαλο, τέτοιας μορφής, έγινε στον τόπο μας τα
τελευταία 150 χρόνια είναι δολοπλοκία. Υπάρχει
ένα τέρας με δυο κεφάλια που αποφάσισε και αυτό το έγκλημα: το ένα
κεφάλι είναι ο ξένος παράγοντας και το άλλο το παλάτι.
ΣΤΙΣ 20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ο εισαγγελέας Δελλαπόρτας έκανε μια μνημειώδη αγόρευση καταγγέλλοντας τους δυο -οδηγό και επιβάτη της μοτοσικλέτας- για δολοφονία εκ προθέσεως: «[...] Ποιοι
είναι οι υποχθόνιοι σιδηρουργοί που, μόλις πάνε να σβήσουν τα πάθη και
τα μίση, τα αναζωπυρώνουν με τα τεράστια φυσερά τους;
[...] Σε άλλες χώρες ο αντικομμουνιστικός αγών έχει διακυμάνσεις μεταξύ
αμπώτιδος και παλιρροίας, σε εμάς συνεχώς απειλεί μαγνητικάς θυέλλας
καταστρεπτικάς. [...] Όταν δεν υπάρχει ισονομία, όταν ο νόμος δεν εφαρμόζεται εξ ίσου και παθαίνει ημιπληγίαν, εγκυμονούνται πολλοί κίνδυνοι. [...] Έχουμε και εδώ αρκετούς κύκλους της κολάσεως, όπως ο Βιργίλιος μας περιγράφει του κύκλους της κολάσεως του Δάντη. [...] Μετά τον Δεκέμβριον του 1944 εις αυτόν τον τόπον οι δοσίλογοι ανεδείχθησαν ως σωτήρες του έθνους. Αυτοί
οι οποίοι είχαν μπήξει κατά τα χρόνια της Κατοχής τα καρφιά του Χριστού
εις τα οστά του εσταυρωμένου έθνους. Τους τα εχάρισε τα πάντα ο
Δεκέμβριος. Αλλά ας μην μας εμφανίζονται σήμερον ως τιμηταί. Δεν μας
χρειάζονται ούτε τα υποπροϊόντα του Χίτλερ, ούτε τα κύτταρα της
δοσιλογικής λευχαιμίας. [...]
Δεν μπορούν οι δοσίλογοι να μας λένε ότι
είναι πατριώται διότι επολέμησαν τον κομμουνισμόν κατά την Κατοχήν. Και
τους κομμουνιστάς τους είχαμε κατά την Κατοχήν σκλάβους αδελφούς. Τότε
που περιμέναμε πώς θα χτυπήσουν καλύτερα τα κανόνια του Στάλινγκραντ, αν
θα παραδοθή ο Πάουλους. Δεν μπορούν λοιπόν να μας λένε ότι πολέμησαν
τους κομμουνιστάς. [...] Αι απεγνωσμέναι εκκλήσεις του Λαμπράκη για την
σωτηρίαν της ζωής του έμοιαζαν με τα σήματα κινδύνου που εκπέμπονται από
κινδυνεύον σκάφος. Και όταν ακόμη το κινδυνεύον σκάφος κάνει
λαθρεμπόριο, σπεύδουν όλοι σε βοήθεια. Αλλά εις την προκειμένην
περίπτωσιν μεγάλα ποντοπόρα σκάφη ήσαν πλησίον του Λαμπράκη και δεν
προσέτρεξαν εις βοήθειαν. Τον άφησαν να καταποντιστεί αύτανδρον εν μέσω
αγρίας θαλάσσης, βριθούσης μάλιστα καρχαριών…»
Παρά την έκκληση του εισαγγελέα οι δέκα ένορκοι –για λόγους που μόνο οι
ίδιοι ξέρουν- κήρυξαν παμψηφεί αθώους όλους τους αξιωματικούς και
θεώρησαν ένοχους για δολοφονία εξ αμελείας -«γιατί
ήθελαν μόνο να τον τραυματίσουν»- τους εν ψυχρώ εκτελεστές του Λαμπράκη.
Οι ποινές που επιβλήθηκαν ήταν έντεκα και οκτώμισι χρόνια στους δυο
φυσικούς αυτουργούς και πολύ ελαφρότερες στους διαφόρους παρακρατικούς
που είχαν βοηθήσει στην επιχείρηση. Και το κλου: το τρίκυκλο αποδόθηκε από το δικαστήριο στον ιδιοκτήτη του!
Ο κόσμος συγκλονίστηκε. Οι πολιτικοί αρχηγοί, όπως πάντα, έκαναν
δηλώσεις, και για πρώτη φορά η προοπτική μιας δικτατορίας ξανοίχτηκε
στα μάτια του κόσμου, των απλών Ελλήνων, τόσο καθαρά.
Μπαίναμε στο 1967. Την άλλη μέρα από την απόφαση -ήταν 31 Δεκεμβρίου- ο Μίκης δήλωσε: «Χάος
χωρίζει την απόφαση των ενόρκων από το κοινό αίσθημα του λαού μας…
Εσείς το είπατε. Ο Λαμπράκης δεν δολοφονήθηκε! Ο Λαμπράκης δεν πέθανε! Ο
Λαμπράκης ζει και γνωρίζει».
Η ΛΕΞΗ «ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ» είχε γίνει πια της μόδας. Ο κόσμος,
και ιδιαίτερα η νεολαία, ανησυχούσε, σαν άρρωστος που στριφογυρίζει στο
κρεβάτι του. Τα κόμματα και βασικά η Αριστερά τού έδιναν καταπραϋντικά,
υπνωτικά, οι άσχημες σκέψεις έφευγαν, ο λαός και πάλι κοιμόταν ήσυχος.
Την άλλη μέρα οι εφιάλτες ξανάρχονταν και δωσ’ του απ’ την αρχή. Από το
καλοκαίρι του 1966 κύκλοι κοντινοί στο Παλάτι άρχισαν να μιλάνε για
πιθανή αναστολή άρθρων του Συντάγματος που θα υπέγραφε «με χαρά του» ο
Κωνσταντίνος και για κήρυξη προσωρινής δικτατορίας. Έμμεσα φερέφωνα των
βασιλικών τάσεων ήταν κυρίως ο Αμερικανός δημοσιογράφος Σουλτσμπέργκερ
και ο Ελληνοαμερικανός καθηγητής Πανεπιστημίου Δ. Γ. Κούσουλας.
Επανειλημμένα με άρθρα τους και οι δυο -ο Σουλτσμπέργκερ στους New York
Times [C.L. Schulzberger. Βλέπε κυρίως άρθρα του στους New York Times στις 5, 7, 9 και 26 Οκτωβρίου του 1966] — δεν άφηναν καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις του Κωνσταντίνου.
Οι New York Times ειδικά ήταν για τους οξυδερκείς
πολιτικούς παρατηρητές στην Ελλάδα ένα μαντείο, αρκεί να ήξερες να
αποκρυπτογραφήσεις τους «χρησμούς» που κρυβόντουσαν μέσα στις ειδήσεις
και τα άρθρα τα σχετικά με την Ελλάδα. Συχνά-πυκνά δημοσίευαν διάφορες
ανησυχητικές πληροφορίες. Έτσι, στις 15 Δεκεμβρίου 1965 είχαν γράψει πως
η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που δίνουν στο Νότιο Βιετνάμ
οικονομική και στρατιωτική βοήθεια. Στην Αθήνα δημιουργήθηκε αμέσως
σάλος, η κυβέρνηση βγήκε να το διαψεύσει, λέγοντας πως οι New York Times
αναφέρουν μονάχα για οικονομική και ιατρική βοήθεια. Τελικά
αποκαλύφθηκε πως στην ευρωπαϊκή έκδοση είχε αλλαχθεί η λέξη
«στρατιωτική» με τη λέξη «ιατρική», ενώ η αμερικανική έκδοση -η
διεύθυνση της εφημερίδας δεν πίστευε ποτέ πως θα φτάσει στην Ελλάδα-
έγραφε την αλήθεια.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1966 η αμερικανική εταιρεία
«Λίττον», που είχε προτείνει να αναλάβει την αποκλειστική εκμετάλλευση
της Κρήτης και της Δυτικής Πελοποννήσου, μετά από πολυήμερη συζήτηση στη
Βουλή και αφού είδε πως θα καταψηφίζονταν οι προτάσεις της, τις απέσυρε
με μια θεαματική πρες κόμφερανς. Ασφαλώς μια κυβέρνηση που δεν
θα είχε ένα κοινοβούλιο για να καθυστερεί τις αποφάσεις της, μια
κυβέρνηση στρατιωτικών ή πολιτικών που θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα
εθνικά συμφέροντα, θα δεχόταν χωρίς όρους την αποικιακή αυτή σύμβαση.
Και η «Λίττον» αποχώρησε βέβαιη πως γρήγορα θα υπήρχε μια τέτοια
κυβέρνηση για να την καλέσει.
Στο μεταξύ η πολιτική ζωή ολοένα και πολωνόταν. Στις 26
Νοεμβρίου η ΕΔΑ κατέθεσε μήνυση στον εισαγγελέα κατά των υπευθύνων
συντακτών και οργανωτών του σχεδίου «Περικλής» των «εκλογών» του 1961. Η
μήνυση ήταν «επί εσχάτη προδοσία» και στρεφόταν εναντίον του Καραμανλή
και των άλλων δέκα συντακτών του σχεδίου, που ήταν όλοι τους
στρατιωτικοί. Προτάθηκαν 52 μάρτυρες κατηγορίας, πρώην υπουργοί,
διευθυντές εφημερίδων, κοινωνικοί παράγοντες. Ανάμεσα στα ονόματα των μηνυομένων προτελευταίο ήταν κι εκείνο του αντισυνταγματάρχη Γ. Παπαδόπουλου.
Μια κυβέρνηση που θα έριχνε από το βάθρο τούς ήδη παραμερισμένους
δικαστές θα έλυνε μια για πάντα όλες τις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις.
Ποιοι θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια τέτοια κυβέρνηση; Ποτέ το μυαλό
δεν πήγαινε στους τελευταίους ή στους προτελευταίους. Πάντα,
όταν γινόταν συζήτηση για «χούντες» και πιθανούς δικτάτορες, οι
φιλοβασιλικοί στρατηγοί ήταν οι μοναδικοί μνηστήρες. Το ευαγγελικό «και
οι έσχατοι έσονται πρώτοι» είχε λησμονηθεί.
Στις 20 Δεκεμβρίου η Δεξιά «έριξε» την κυβέρνηση στη Βουλή. «Την προδοσίαν πολλοί ηγάπησαν, τους προδότας ουδείς».
Ορκίστηκε μια αυλική κυβέρνηση από εξωκοινοβουλευτικούς παράγοντες, που
υποσχέθηκαν διεξαγωγή εκλογών γύρω στον Μάιο του 1967. Άρχισε να
δοκιμάζεται ο βαθμός εξυπνάδας των πολιτικών ηγεσιών, των κοινωνικών
παραγόντων, του λαού. Αυτές οι εκλογές δεν μπορούσαν να γίνουν. Ήταν πια πολύ αργά. Ο λαός αποδείχτηκε ο πιο έξυπνος.
Την πρωτοχρονιά του 1967 η εφημερίδα Ελευθερία κυκλοφόρησε με τη δημοσίευση ενός εκπληκτικού κειμένου. Ήταν τα πρακτικά μιας συζήτησης ανάμεσα στον αρχηγό της ΕΡΕ Κανελλόπουλο, την Ελένη Βλάχου, ιδιοκτήτρια ενός δεξιού δημοσιογραφικού συγκροτήματος, και τον αρχηγό τον πολιτικού γραφείου του βασιλιά, Μπίτσιο.
Αυτά τα πρακτικά, όπως ισχυρίστηκε η Ελευθερία, τα είχε κρατήσει
στενογραφημένα κατά τη διάρκεια της συζήτησης ο Κανελλόπουλος.
Το ουσιαστικό περιεχόμενο του μνημονίου ήταν να σχηματιστεί μια μεταβατική κυβέρνηση για εκλογές με απλή αναλογική. Ο
Γ. Παπανδρέου δέχτηκε κιόλας σε μυστικές συνεννοήσεις να αναλάβει με
ενυπόγραφη συμφωνία να μη συνεργαστεί μετεκλογικά με τους αριστερούς.
Δεσμεύτηκε να αποκηρύξει οποιαδήποτε ομάδα της Ένωσης Κέντρου -ακόμα και
υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου- αποσχιστεί προς τ’ αριστερά. Σε περίπτωση
κινδύνου κεντροαριστεράς, θα επέμβει ο στρατός – μια τέτοια ενέργεια
νομιμοποιείται. Έτσι τελικά θα βγει η ΕΡΕ πρώτο κόμμα, αλλά
χωρίς να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία. Δεν πειράζει. Από κει και
πέρα βλέπουμε.
Αυτά έβγαιναν ολοκάθαρα από το «μνημόνιο». Την ίδια κιόλας μέρα ο
Κανελλόπουλος και η Βλάχου υπέβαλαν μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση και
πλαστογραφία.
ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΦΛΕΒΑΡΗ συνήλθε η 11η σύνοδος της διοικούσας επιτροπής της ΕΔΑ. Ανάμεσα στους άλλους μίλησε κι ο Μίκης:
[...] Δεν έχω προσωπικά αυταπάτες
σχετικά με την καινούργια μάχη που θα δώσουμε, που, κατά τη γνώμη μου,
θα είναι πρώτα μάχη για να πετύχουμε να γίνουν οι εκλογές και μετά μάχη
για να πάρουμε σε ψήφους τουλάχιστον αυτό που μας ανήκει. [...] Έχω την
εντύπωση πως η εισήγηση δεν ήταν εισήγηση μάχης. [...] Οι δυο βασικοί
άξονες είναι: πρώτον «η πολιτική της αντίθεσης» και δεύτερον «η πολιτική
της ενότητας». Μια πρώτη εκτίμηση είναι πρώτα απ’ όλα ότι στην
«πολιτική της αντίθεσης» η δόση της αντίθεσης ήταν πολύ λιγότερη απ’
ό,τι έπρεπε να ‘ναι. Ενώ στην πολιτική της ενότητας» η δόση της ενότητας
ήταν πολύ περισσότερη απ’ ό,τι σήκωνε η ίδια στη ζωή, με αποτέλεσμα να
προσφέρουμε εμείς ενότητα και οι άλλοι να μας προσφέρουν βρισιές. [...]
Έχω την εντύπωση ότι δεν βρήκαμε τη χρυσή τομή. Πιθανόν να μη μετράμε
κάθε φορά σωστά τον αληθινό συσχετισμό των δυνάμεων, έτσι δεν γνωρίζουμε
πότε θα πρέπει να ελιχθούμε και πάτε θα πρέπει να μιλήσουμε από θέση
ισχύος. Και ακόμη φοβάμαι ότι ο Γ. Παπανδρέου γνωρίζει αυτή τη βασική
μας αδυναμία και την εκμεταλλεύεται. Η πείρα δείχνει ότι η
πολιτική της ενότητας πετυχαίνεται: πρώτον, όταν βρίσκεται κάθε φορά ο
σωστός πολιτικός προσανατολισμός, δεύτερον, όταν πείθουμε τις μάζες για
την ορθότητα αυτού του σωστού προσανατολισμού, τρίτον όταν εμείς
προχωράμε αποφασιστικά προς τα εμπρός, αδιαφορώντας για το τι κάνουν οι
άλλοι…»
Ο Μάης πλησίαζε, άρα και οι εκλογές. Στις 16 Μαρτίου
τέλειωσε και η δίκη τουΑΣΠΙΔΑ. Ποινές φυλάκισης από 4 ως 18 χρόνια
επιβλήθηκαν σε 12 από τους 28 κατηγορούμενους αξιωματικούς. Ο στρατηγός
Λουμάκης δήλωσε: « Αυτοί που αποφάσισαν να γίνουν εκλογές τον Μάιο θα το
μετανοήσουν πικρά!» Στο κέντρο της Αθήνας έγιναν εκείνες τις μέρες δυο εκρήξεις βομβών.
Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, που ανέλαβε προσωπικά τις ανακρίσεις, έκανε
βαρυσήμαντες δηλώσεις στους δημοσιογράφους: «Ερρίφθη μάλλον αφ’ υψηλού
δέμα μικρών διαστάσεων, περιέχον καψύλιον…»
Ψηφίστηκε και η απλή αναλογική. Στις 30 Μαρτίου η
κυβέρνηση των εξωκοινοβουλευτικών παραιτείται. Ο βασιλιάς αναθέτει το
σχηματισμό νέας κυβέρνησης στην ΕΡΕ. Έτσι, το κόμμα που έχασε τις δύο
τελευταίες εκλογές θα διεξαγάγει τις επόμενες, για να μην τις χάσει κι
αυτές. Διαδηλώσεις στους δρόμους, φοιτητές, τραυματισμένοι στα
νοσοκομεία. Η ΕΔΑ και η Ε.Κ. σε δυο-τρεις μέρες δέχτηκαν κι αυτή τη
«λύση». Αρκεί να γίνουν εκλογές, οτιδήποτε εκλογές. Η κυβέρνηση
απαγορεύει την Ε’ Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης, που είναι να γίνει στις 16
Απριλίου. Οι οργανωτές το δέχονται: «Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο.
Θα κάνουμε την πορεία τον Ιούνιο, τότε που η δημοκρατία θα έχει
νικήσει».
Οι καπνοπαραγωγοί ξεσηκώθηκαν. Πέταξαν τα δεμάτια με τα
καπνά στην άσφαλτο, 66 χιλιόμετρα το ένα δεμάτι πίσω από το άλλο. Στη
Θεσσαλονίκη οι φοιτητές ξανασηκώνουν ψηλά τη σημαία του αγώνα. Ένοπλοι
χωροφύλακες καταλαμβάνουν τα προπύλαια, τις αίθουσες, με τις
αντιασφυξιογόνες μάσκες, «τσουβαλιάζουν» τους τραυματισμένους φοιτητές
μέσα στα αυτοκίνητα. Ο καθηγητής Ανδριώτης προσπαθεί να
γλιτώσει έναν νεαρό που τον σέρνουν από τα μαλλιά: «Δεν θα τον πάρετε!
Είναι μαθητής μου, είναι παιδί μου!» Ο καθηγητής Πανταζόπουλος δηλώνει: «Αν είχα εκλεγεί πρύτανης, θα είχα παραιτηθεί».
Στις 17 Απριλίου άρχισε κι η δίκη του «μνημονίου». Παρ’
όλα αυτά, έπρεπε να γίνουν οι εκλογές μέσα στον Μάιο. Η Αυγή διαφήμιζε
πως στο φύλλο της Κυριακής 23 Απριλίου, που θα κυκλοφορούσε σε 100.000
αντίτυπα, θα υπάρχει ολόκληρο το εκλογικό πρόγραμμα της ΕΔΑ. Στις
18 Απριλίου, τρεις ακριβώς μέρες πριν το πραξικόπημα, οι New York Times
δημοσιεύουν ανάλυση με τίτλο «Το δίλημμα του Κωνσταντίνου»: «[...]
Ωστόσο ο βασιλιάς είναι εκείνος που έχει τοποθετήσει τον εαυτό του σε
πολιτικό αδιέξοδο, από το οποίο το μόνο αντίδοτο στην επιστροφή μιας
κυβερνήσεως Παπανδρέου ίσως είναι μια δικτατορία στηριζόμενη στο Στρατό.
Αλλά αυτό δεν είναι λύση αποδεκτή. Και ο Κωνσταντίνος πρέπει να το
γνωρίζει». [Ενδιαφέρουσες επίσης ήταν οι ανταποκρίσεις στους New York Times από την Αθήνα, στις 15 και 16 Απριλίου 1967]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου