-->

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Η προέλευση και το μέλλον της τέχνης

Αναδημοσιεύουμε ένα ακόμα σπάνιο κείμενο του Φώντα Λάδη, παρμένο από το βιβλίο του "Παράδοση και προοπτική" (εκδ. Πύλη - 1987). Το κείμενο παρά το γεγονός πως γράφτηκε σε μια εποχή ριζικά διαφορετική από τη σημερινή με ό,τι συνεπάγεται αυτό, διατηρεί την μεγάλη αξία του σαν οδηγός για ερωτήματα που αφορούν τον χαρακτήρα της τέχνης, τη σχέση της με την κοινωνία και τη σχέση του καλλιτέχνη με την κοινωνία. Συμβάλλει δε, στον τόσο αναγκαίο διάλογο αλλά και στην πράξη που έχει ανάγκη η εποχή μας!
 
του Φώντα Λάδη

 Ένα από τα ζητήματα, που δεν παύουν ούτε πρόκειται ποτέ να πάψουν να είναι επίκαιρα, είναι εκείνο που αναφέρεται στον προορισμό της τέχνης, σήμερα αλλά και αύριο. Το ερώτημα, που και πρόσφατα τέθηκε μέσα από τις επιφυλλιδογραφικές στήλες ορισμένων εφημερίδων, είναι: Ποιο είναι το μέλλον -το άμεσο και το πολύ μακρινό- της τέχνης; 

Είναι αλήθεια, ότι η ερμηνεία που δίνει ο ιστορικός υλισμός για την τέχνη, που τη βλέπει μόνο ιστορικά -σε σύνδεση δλδ με την κοινωνική πραγματικότητα από την οποία πηγάζει, της οποίας αποτελεί μέρος και με την οποία μαζί μετεξελίσσεται- οδήγησε συχνά ορισμένους, που θέλουν να μείνουν «ψυχρά προσκολλημένοι» στη μαρξιστική επιστήμη, στην παρανόησή της και στο συμπέρασμα ότι η τέχνη, δεν θα είναι απαραίτητη στο μέλλον. Και αυτό, με βάση το συλλογισμό ότι κάτι που έχει πίσω του τη γέννηση έχει μπροστά του το θάνατο, αλλά και επειδή τάχα η επιστήμη που είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με όλες τις πτυχές της μελλοντικής κομμουνιστικής κοινωνίας και το ασφαλέστερο μέσο διαμόρφωσης αντικειμενικής κοινωνικής συνείδησης, θα κάνει περιττή την τέχνη. 

Από την άλλη μεριά, ορισμένοι προοδευτικοί διανοούμενοι, παρερμηνεύοντας τον μαρξιστικό κομμουνιστικό ουμανισμό, όταν αναφέρονται στην τέχνη διακηρύσσουν ότι αυτή οφείλεται σε κάποια «αιώνια φύση του ανθρώπου» και ότι επομένως, περιέχει παρ' όλες τις μεταμορφώσεις της, ορισμένα αιώνια στοιχεία, ορισμένες αιώνιες, πάντα ίδιες αξίες. Βλέπουν την τέχνη σαν γενική κατηγορία του ανθρώπινου πνεύματος. Και έτσι, πέφτουν στον ιδεαλισμό. 

Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα; 

Αναμφισβήτητα η τέχνη έρχεται από το απώτερο ιστορικό παρελθόν μαζί με τον άνθρωπο και όλα δείχνουν πως θα τον συνοδεύει -πως θα είναι ένα από τα αξεχώριστα δημιουργικά ανθρώπινα στοιχεία- και στο μέλλον. Η τέχνη όμως δεν γεννήθηκε μαζί με τον άνθρωπο αλλά «λίγο αργότερα», σαν προϊόν της εργασίας, που προϊόν της είναι και ο ίδιος ο άνθρωπος, το σύνολο δλδ των ειδικά ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Με άλλα λόγια η τέχνη, ήταν ένα στοιχείο αρκετά ιδιαίτερο της πορείας διαμόρφωσης του ανθρώπου, στοιχείο που εμφανίστηκε σε ένα ορισμένο στάδιο της πορείας αυτής και που ακολούθησε την εξέλιξη του ανθρώπου, εξελισσόμενη και η ίδια. 

Αν τώρα έρθουμε από την παλαιολιθική εποχή -όπου βρίσκουμε τα πρώτα δείγματα πρωτόγονης τέχνης- προς την εποχή μας, θα δούμε πραγματικά πως οι σκοποί και η λειτουργία της τέχνης άλλαζαν ανάλογα με την ιστορική περίοδο. Ακόμα και σήμερα παρ’ όλη τη συνεχή πορεία ενοποίησης του τρόπου παραγωγής στο σύνολό του (των παραγωγικών σχέσεων και των παραγωγικών δυνάμεων), υπάρχουν πολιτισμοί που διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, πράγμα που μας επιτρέπει να εντοπίσουμε εύκολα τα ίχνη αυτών των αλλαγών στις λειτουργίες που επιτελούσε κατά εποχές η καλλιτεχνική δημιουργία. 

Από την άλλη μεριά, το γεγονός ότι σήμερα υπάρχουν δύο αντίπαλοι τρόποι παραγωγής, στους οποίους βασίζονται δύο όλο και πιο διαφορετικοί κοινωνικοί/οικονομικοί σχηματισμοί, είναι κάτι που κάνει ακόμη πιο φανερή τη μετεξέλιξη της λειτουργίας της τέχνης. Πραγματικά. Αυτή τη μετεξέλιξη διαπιστώνει κανείς όχι μόνο από το πόσο πλατιά διαδεδομένη είναι η καλλιτεχνική δραστηριότητα στις σοσιαλιστικές χώρες, αλλά και όταν παρατηρήσει ποιες κοινωνικές αξίες εκφράζονται αισθητικά στο νέο κόσμο που γεννιέται και πόσο διαφορετικές κοινωνικές αξίες εκφράζει η τέχνη της άρχουσας τάξης του κόσμου που πεθαίνει. 

Η διαφορά αυτή φαίνεται άλλωστε, και μέσα στα πλαίσια του ίδιου του καπιταλισμού: άλλη είναι η έννοια και η εικόνα της ομορφιάς για τους εργαζόμενους και άλλη για τους αστούς. Και το ίδιο συμβαίνει αντίστοιχα και με τους καλλιτέχνες, που ταυτίζονται με τα συμφέροντα των πρώτων ή των δεύτερων. (Η διάκριση όμως αυτή δεν είναι νοητή, αν ξεκινήσουμε από το επίπεδο της αισθητικής αγωγής που η άρχουσα τάξη επιβάλλει στους εργαζόμενους, αν δούμε δλδ τις τάξεις μηχανιστικά και όχι δυναμικά). 

Καθώς λοιπόν ο ανθρώπινος πολιτισμός εξελισσόταν και καθώς οι παλιοί κοινωνικοί σχηματισμοί έδιναν τη θέση τους σε νέους, αυτό που σήμερα αποκαλούμε «καλλιτεχνική δραστηριότητα» πάθαινε σημαντικές ουσιαστικές αλλαγές. Έτσι κατά καιρούς η δραστηριότητα αυτή:
 
-         - Υπηρέτησε διαφορετικές μορφές κοινωνικής συνείδησης (τη μαγεία, τη θρησκεία, την πολιτική και τη νομική ιδεολογία, την επιστήμη).

-         - Σε αυτή την πορεία άλλαζε συνεχώς μορφές εμφάνισης ενώ διαμορφωνόταν και νέα είδη τέχνης (όπως στην εποχή μας ο κινηματογράφος).

-        -  Συνδέθηκε, κάθε φορά σε διαφορετικό βαθμό με άλλους τρόπους οικειοποίησης της κοινωνικής ζωής, αποκτώντας περισσότερο ή λιγότερο –ανάλογα- ψυχαγωγικές, ηθικο-παιδαγωγικές ή γνωστικές λειτουργίες.

-        -  Τέλος, και το κυριότερο, ενώ στην αρχή ήταν άμεσα δεμένη με την εργασία και είχε βασικά, άμεσα γνωστικούς λόγους ύπαρξης, στη συνέχεια αποτέλεσε μια ξεχωριστή, πολύ ιδιάζουσα μορφή κοινωνικής συνείδησης.

-   - Και κάτι πολύ σημαντικό: Παράλληλα με αυτή την εξελικτική πορεία αυτονόμησης και εμπλουτισμού της τέχνης ως ξεχωριστής, καθοριστικής ανθρώπινης δραστηριότητας, συντελέστηκε σαν αποτέλεσμα του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, ο πλήρης αποχωρισμός των ειδικών επαγγελματιών καλλιτεχνών από τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας, που αποκόπηκαν εντελώς από την καλλιτεχνική δραστηριότητα.

    Αυτές τις παραπάνω επιμέρους διαπιστώσεις θα μπορούσαμε να τις συνοψίσουμε κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο, με την τόσο περιεκτική διατύπωση του Μάρκου Αυγέρη, ότι «μέσα στη διαλεκτική πορεία αυτών των (κοινωνικών) αξιών και η τέχνη αλλάζει περιεχόμενο και μορφή, ακολουθώντας το επαναστατικό πνεύμα της ζωής που μεταβάλλει τον κόσμο αδιάκοπα» (βλ. «Βασικό Θεώρημα»).

   Πριν οδηγηθούμε με βάση όσα είπαμε στην αναζήτηση ενός ορισμού της καλλιτεχνικής δραστηριότητας, θα έπρεπε παρενθετικά να τονίσουμε το διαπιστωμένο, αναμφισβήτητο γεγονός, πως η εξέλιξη της τέχνης -όπως και της φιλοσοφίας και άλλων τομέων του εποικοδομήματος- ενώ συνδέεται αδιάρρηκτα με τις κοινωνικές αλλαγές, δεν ακολουθεί ευθύγραμμα τις αλλαγές αυτές. Δλδ η ανάπτυξη της τέχνης δεν συνδέεται άμεσα με τη βάση, με τις παραγωγικές σχέσεις ή/και γενικότερα με άλλα στοιχεία του τρόπου παραγωγής (με το επίπεδο της τεχνικής και των άλλων παραγωγικών δυνάμεων) κι ακόμη περισσότερο με την υλική παραγωγή. Αντίθετα, συνδέεται περισσότερο με τα ιδεώδη που κάθε νέα κοινωνία έφερνε στο παρελθόν και ιδιαίτερα κατά τη φάση στην οποία η τάξη/φορέας αυτής της νέας κοινωνίας ήταν ακόμη ανερχόμενη, δηλαδή επαναστατική.

   Έτσι παρατηρούμε όχι μόνο το κοινωνικό εποικοδόμημα να αναπτύσσεται με το δικό του σχετικά ρυθμό και με βάση και το προγενέστερο ιδεολογικό υλικό, αλλά και κοινωνικούς σχηματισμούς ελάχιστα ανεπτυγμένους -καθυστερημένους σε σχέση με τον καπιταλισμό (πχ ορισμένες δουλοκτητικές κοινωνίες της αρχαιότητας)- να έχουν παράξει τέχνη, φιλοσοφία κλπ, που αποτελούν κάτω από ορισμένες συνθήκες πρότυπα. Και αντίστροφα, παρατηρούμε κοινωνίες με άφθονα υλικά μέσα, ανεπτυγμένη τεχνική, αλλά που είναι εχθρικές στα κοινωνικά ιδεώδη, να δίνουν φτωχά πνευματικά προϊόντα. «Καλύτερο» τέτοιο παράδειγμα, είναι ο καπιταλισμός σε ορισμένες φάσεις του.

   Αυτή η δυσκολία που υπάρχει για να εντοπίσει κανείς τα σημεία και τον τρόπο αλληλοκαθορισμού βάσης και εποικοδομήματος, ενίσχυσε την άποψη ότι μέσα από την τέχνη, όπως και γενικότερα ,μέσα από την κοινωνική συνείδηση, εκφράζονται –παρ' όλες τις κοινωνικές εξελίξεις- ορισμένες ίδιες και απαράλλακτες «αιώνιες» αξίες. Όμως αυτό το ανακάτεμα, το «μπέρδεμα» των στοιχείων της ιστορικής εξέλιξης οφείλεται στο γεγονός ότι -όπως τονίζεται στο κομμουνιστικό μανιφέστο- όλες οι κοινωνίες μέχρι σήμερα ήταν ταξικές. Κατά συνέπεια η κοινωνική συνείδηση «παρ' ολες τις διαφορές και τις ποικιλίες, κινείται ανάμεσα σε ορισμένες κοινές μορφές, σε μορφές συνείδησης, που θα διαλυθούν οριστικά, μόνιμο με την τελική εξαφάνιση του ταξικού ανταγωνισμού».

  Τίποτα πιο σωστό! Ακριβώς όμως από εδώ, από αυτή την καθοριστική διαπίστωση του ιστορικού υλισμού, ξεκινούν ορισμένοι για να φτάσουν σε μια άλλη παρερμηνεία της ουσίας της καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Να τι ισχυρίζονται: Αφού στην μελλοντική κομμουνιστική κοινωνία οι αξίες θα είναι εντελώς διαφορετικές, πρωτόγνωρες -αφού οι άνθρωποι από καιρό πια δεν θα αγωνίζονται για την οικονομική και κοινωνική ελευθερία με το όραμα των οποίων πέθαναν όλες οι προηγούμενες γενιές- τότε ποιες είναι οι κοινωνικές αξίες που θα εκφράζει η τέχνη του μέλλοντος; Και, τι μας υποχρεώνει να προκαθορίζουμε ότι η τέχνη θα υπάρχει και το μέλλον ως μορφή κοινωνικής συνείδησης, και ότι ο μελλοντικός άνθρωπος δε θα αρκείται για παράδειγμα, στην επιστήμη για να ιδιοποιείται την αντικειμενική πραγματικότητα; Γιατί δηλαδή στον απώτερο κομουνισμό, στον επιστημονικό ορθολογιστικό κόσμο του μέλλοντος να έχει εξαλειφθεί μόνο η βάση ύπαρξης του επαγγελματία καλλιτέχνη και όχι και της ίδιας της καλλιτεχνικής δραστηριότητας;

  Έτσι επανερχόμαστε στο αρχικό ερώτημα: Γιατί μέσα στην αέναη αλλαγή της ζωής, στην ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας η τέχνη -που δεν υπήρχε πάντα- διεκδικεί μια «μόνιμη» θέση δίπλα στον άνθρωπο, θέλοντας να τον συντροφεύει στο ιστορικό του μέλλον; Πως η τέχνη διεκδικεί κάτι τέτοιο αφού δεν εκφράζει μόνιμες αξίες; Το ερώτημα μοιάζει λογικό. Για να υπάρχει η αναγκαιότητα συνέχισης της καλλιτεχνικής δραστηριότητας –όπως υπήρξε η ανάγκη εμφάνισης και μετεξέλιξης της- θα έπρεπε να υπάρχει σε αυτή κάτι σταθερό. Κάτι που να χαρακτηρίζει την καλλιτεχνική δραστηριότητα -ανεξάρτητα από τις συνεχείς αλλαγές των στόχων της, του περιεχομένου της, των φορέων και των μορφών έκφρασης της. Ποια είναι τα ελάχιστα, σταθερά στοιχεία που αν τα εντοπίσουμε θα μας επιτρέψουν, επιβεβαιώνοντας το μέλλον της τέχνης, να διατυπώσουμε και έναν ορισμό της καλλιτεχνικής δραστηριότητας;

   Σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει κανείς να απαντήσει αναλυτικά και με πειστικό -καθόλου αφοριστικό- τρόπο.

                                                                            4 Νοεμβρίου 1979

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου