…κι αν
πεινάσεις, πιάστηνε, λέει ο θυμόσοφος λαός μας. Αν και για την αληθινή τέχνη το
σχήμα (πρέπει να) λειτουργεί ανάποδα. Να ξεκινά εκεί που σταματά ο
καταναγκασμός της εργασίας, εκεί που η δραστηριότητα γίνεται παιχνίδι κι
αυτοσκοπός, υπακούοντας μόνο στη φαντασία, στην εσωτερική ανάγκη για δημιουργία
κι αισθητική ευχαρίστηση και όχι στο κυνήγι της επιβίωσης –αν και πάλι, πενία
τέχνας κατεργάζεται…
Η τέχνη δηλ ξεκινάει εκεί που η επιβίωση είναι εξασφαλισμένη και τις πράξεις μας, τις κινήσεις μας, δεν τις διατάζει η κοιλιά με τις «χυδαίες υλικές απαιτήσεις της», αλλά η ανάπτυξη του καλλιτεχνικού πνεύματος. Όσο όμως δε συμβαίνει αυτό, το πνεύμα, για να είναι πρωτοπόρο, πρέπει να επιστρέφει κι όχι να δραπετεύει από τον υλικό κόσμο, να φωτίζει τις αιτίες της υποδούλωσής του, το δρόμο για να σπάσουν αυτά τα δεσμά. Η τέχνη εκφράζει το περιττό που είναι απολύτως απαραίτητο, καλύπτει μια βασική, πολύτιμη ανάγκη για την ψυχαγωγία του ανθρώπου κι όχι απλώς για τη διασκέδασή του, που τον διασκορπίζει, όπως δηλώνει κι η ετυμολογία της λέξης «διασκέδαση».
Πώς μπορεί λοιπόν να υπάρξει τέχνη σε μια εποχή, που κάθε τι «περιττό», χωρίς απτή χρηστική και ανταλλακτική αξία στην αγορά και άμεση δυνατότητα κέρδους, μπαίνει στο κρεβάτι του σύγχρονου Προκρούστη της κρίσης και περικόπτεται; Πώς θα καλύψει το κοινό την ανάγκη του για ψυχαγωγία, όταν περιορίζει τα έξοδα και τις εξόδους του στο ελάχιστο, προτιμώντας την πεπατημένη της τηλεόρασης και άλλων φτηνών υποκατάστατων; Πώς μπορεί να ευδοκιμήσει η τέχνη σήμερα, που η συντριπτική πλειοψηφία των καλλιτεχνών δεν μπορεί να βγάλει τα προς το ζην και ρίχνεται στη μάχη της επιβίωσης, βάζοντας τις καλλιτεχνικές της αξίες σε εκπτώσεις διαρκείας, για να γίνει κι αυτή πιο... ανταγωνιστική;
Η τέχνη δηλ ξεκινάει εκεί που η επιβίωση είναι εξασφαλισμένη και τις πράξεις μας, τις κινήσεις μας, δεν τις διατάζει η κοιλιά με τις «χυδαίες υλικές απαιτήσεις της», αλλά η ανάπτυξη του καλλιτεχνικού πνεύματος. Όσο όμως δε συμβαίνει αυτό, το πνεύμα, για να είναι πρωτοπόρο, πρέπει να επιστρέφει κι όχι να δραπετεύει από τον υλικό κόσμο, να φωτίζει τις αιτίες της υποδούλωσής του, το δρόμο για να σπάσουν αυτά τα δεσμά. Η τέχνη εκφράζει το περιττό που είναι απολύτως απαραίτητο, καλύπτει μια βασική, πολύτιμη ανάγκη για την ψυχαγωγία του ανθρώπου κι όχι απλώς για τη διασκέδασή του, που τον διασκορπίζει, όπως δηλώνει κι η ετυμολογία της λέξης «διασκέδαση».
Πώς μπορεί λοιπόν να υπάρξει τέχνη σε μια εποχή, που κάθε τι «περιττό», χωρίς απτή χρηστική και ανταλλακτική αξία στην αγορά και άμεση δυνατότητα κέρδους, μπαίνει στο κρεβάτι του σύγχρονου Προκρούστη της κρίσης και περικόπτεται; Πώς θα καλύψει το κοινό την ανάγκη του για ψυχαγωγία, όταν περιορίζει τα έξοδα και τις εξόδους του στο ελάχιστο, προτιμώντας την πεπατημένη της τηλεόρασης και άλλων φτηνών υποκατάστατων; Πώς μπορεί να ευδοκιμήσει η τέχνη σήμερα, που η συντριπτική πλειοψηφία των καλλιτεχνών δεν μπορεί να βγάλει τα προς το ζην και ρίχνεται στη μάχη της επιβίωσης, βάζοντας τις καλλιτεχνικές της αξίες σε εκπτώσεις διαρκείας, για να γίνει κι αυτή πιο... ανταγωνιστική;
Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω. Κι η τέχνη είναι κι αυτή καθρέφτης της κοινωνίας, αλλά όχι παραμορφωτικός, ούτε κάποια παθητική της αντανάκλαση, περισσότερο σα μεγεθυντικός φακός, που εστιάζει κι αναδεικνύει την ουσία, τη γενική τάση, τη διέξοδο.
Γιατί αποτυγχάνει να το κάνει όμως αυτό στην εποχή μας; Πού έχει χαθεί στις μέρες η συλλογική έκφραση και η καλλιτεχνική έμπνευση; Γιατί δεν παίρνει ερείσματα από τους γεμάτους καιρούς που ζούμε, για να τους εκφράσει και να καταπιαστεί με τα μεγάλα ερωτήματα που βάζουν; Και γιατί έχει περιοριστεί στο ρόλο του καταφύγιου, της απόδρασης από την πραγματικότητα και δε γίνεται όπλο για να την αλλάξει;
Σε κάθε περίπτωση η τέχνη παραμένει η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, ομορφαίνει αισθητικά και ευαισθητοποιεί μια ακαλαίσθητη κι αναίσθητη πολλές φορές κοινωνία. Η οποία κατακλύζεται από τα επιτεύγματα της τεχνολογικής επανάστασης, αλλά φαίνεται να πάσχει από ένα τελείως διαφορετικό είδος τεχνοφοβίας, απέναντι στα γράμματα και τον πολιτισμό, αυτόν το μεγάλο άγνωστο. Και στην οποία τον πρώτο λόγο τον έχουν οι τεχνοκράτες, χωρίς καμία απολύτως σχέση με την κουλτούρα και την αληθινή τέχνη –απλή συνωνυμία.
Κι αυτός ο εξανθρωπισμός της απάνθρωπης διάστασής μας και η συμβολή στο ευ (και ανθρωπίνως) ζην είναι ίσως η σημαντικότερη προσφορά της τέχνης διαχρονικά.
Βασίλης Κρίτσας